Σεμινάριο Jean Monnet 2016 (γ΄ μέρος)


«Η κρίση έχει πρωτίστως εγχώριες και όχι διεθνείς αιτίες. Είναι αυτοτελής και ενδογενής, και θα εκδηλωνόταν ούτως ή άλλως, ανεξαρτήτως της ευρωπαϊκής ή διεθνούς κρίσης» ισχυρίστηκε ο Κωνσταντίνος Γάτσιος στην ομιλία του: «Από τα “γιατί” της χρεοκοπίας στα “πώς” της ανόρθωσης», εκτιμώντας, μεταξύ άλλων, ότι «η δυναμική που είχε προσλάβει το δημόσιο χρέος, από μόνη της, αρκεί να καταδείξει ότι, ακόμα κι αν δεν είχε επισυμβεί η διεθνής κρίση, η Ελλάδα θα βρισκόταν σε βαθιά περιδίνηση».

Παραίσθηση ανάπτυξης

Διατυπώνοντας το ρητορικό ερώτημα αν συνιστούσε ανάπτυξη η μεγάλη αύξηση του ΑΕΠ στη δεκαετία της ΟΝΕ (2001-2009), ο καθηγητής του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών απάντησε ως εξής: «Κατά τη γνώμη μου, δεν συνιστούσε ανάπτυξη, ούτε σύγκλιση με την Ευρώπη αλλά παραίσθηση ανάπτυξης και απόκλιση από την Ευρώπη».

ΔΗΜΟΣΙΟ ΧΡΕΟΣ & ΑΕΠ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
Σύγκριση των ετών 2003 και 2010

ΑΕΠ
Δημόσιο Χρέος
2003
172 δισ. ευρώ
168 δισ. ευρώ
2010
230 δισ. ευρώ
326 δισ. ευρώ

Συγκρίνοντας, μάλιστα, το ΑΕΠ και το δημόσιο χρέος της Ελλάδας τις χρονιές 2003 και 2010, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι, για κάθε 1 ευρώ αύξησης του εισοδήματός μας, δανειζόμασταν 3 ευρώ.

Ανεξέλεγκτη κατανάλωση

«Μήπως αυτά τα δανεικά χρησιμοποιήθηκαν για παραγωγικές επενδύσεις; Κάθε άλλο!» τόνισε. «Χρησιμοποιήθηκαν για να υποστηρίξουν μια ανεξέλεγκτη, θα έλεγα παρανοϊκή, κατανάλωση» ανέφερε χαρακτηριστικά.

ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ
Μέσος όρος της περιόδου 2000 – 2010
Ευρωζώνη  (χωρίς την Ελλάδα)
56% του ΑΕΠ
Ελλάδα
75% του ΑΕΠ

«Με βάση την κατανάλωση, η Ελλάδα εμφανιζόταν σαν μια από τις πέντε πλουσιότερες χώρες της Ευρώπης» παρατήρησε ο τέως πρύτανης του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών, δίνοντας συγκριτικά στοιχεία για την ιδιωτική κατανάλωση τη δεκαετία του 2000 στην Ελλάδα και στην Ευρωζώνη. «Αποτέλεσμα όλων αυτών», συμπέρανε, «ήταν να δημιουργήσουμε το μεγαλύτερο εμπορικό έλλειμμα στην Ευρωζώνη».

Διαρθρωτική κατάρρευση

Περιγράφοντας το πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας, αποφάνθηκε ότι «αντιμετωπίζουμε μια κατάσταση πολύ σοβαρότερη από μια τυπική ύφεση ή από μια ύφεση που προκλήθηκε από ανισορροπίες στο χρηματοοικονομικό σύστημα, όπως για παράδειγμα στην Ιρλανδία». «Αντιμετωπίζουμε», όπως είπε, «τη διαρθρωτική κατάρρευση του παραγωγικού μας ιστού, κυριότερα του κρίσιμου τομέα των διεθνώς εμπορευσίμων, με την ταυτόχρονη γιγάντωση του παρασιτισμού». Εξηγώντας ότι «ο χωρίς όρια δανεισμός της χώρας, τόσο μέσω του Δημοσίου όσο και μέσω του τραπεζικού τομέα, δημιούργησε μια έντονη υπερθέρμανση», που οδήγησε «σε αύξηση των ονομαστικών τιμών στην Ελλάδα πάνω από τον μέσο πληθωρισμό της Ευρωζώνης», με αποτέλεσμα, λόγω του ενιαίου νομίσματος, «να δημιουργούνται υψηλότερα περιθώρια κέρδους στον προστατευμένο τομέα των διεθνώς μη εμπορευσίμων (κράτος, οικοδομή, εμπόριο και λοιπές υπηρεσίες), και να μειώνονται τα περιθώρια κέρδους του μη προστατευμένου παραγωγικού τομέα των διεθνώς εμπορευσίμων». Με απλά λόγια, «ήταν προτιμότερο να εισάγεις παρά να παράγεις». Επιπρόσθετα, «η άνοδος των μισθών, ανεξαρτήτως επιπέδου παραγωγικότητας, απλά και μόνο για να “συλλάβει” τον πληθωρισμό και να εξασφαλίσει το εισόδημα των εργαζομένων, οδήγησε σε περαιτέρω διάβρωση της ανταγωνιστικότητας του κρίσιμου τομέα των διεθνώς εμπορευσίμων». «Κατ’ ουσίαν, στην κατάρρευσή του» ήταν το συμπέρασμά του. Εκτιμώντας ότι «είναι αυτή η αποδιάρθρωση του παραγωγικού ιστού τής χώρας που βρίσκεται πίσω από τα τεράστια ελλείμματα του εμπορικού ισοζυγίου και του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, κατά μέσον όρο 10% του ΑΕΠ καθ’ όλη τη δεκαετία της ΟΝΕ, που έφτασε, μάλιστα, στο απίστευτο 15% του ΑΕΠ το 2008».

ΔΙΕΘΝΩΣ ΕΜΠΟΡΕΥΣΙΜΑ ΠΡΟΪΟΝΤΑ & ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ
Σύγκριση των ετών 2000 και 2009
2000
25% του ΑΕΠ
* 16% του ΑΕΠ
2009
20,5% του ΑΕΠ
* 11,5% του ΑΕΠ

* Αν απομονωθούν τα διεθνώς εμπορεύσιμα με τη σημαντικότερη συμβολή στην ενδογενή ανάπτυξη της οικονομίας (προϊόντα μεταποίησης, υπηρεσίες τεχνολογικής αιχμής κ.ο.κ.).

Παραθέτοντας στοιχεία για το μέγεθος των διεθνώς εμπορευσίμων ως προς το ελληνικό ΑΕΠ, ανέφερε ότι το 2000, όταν η χώρα έμπαινε στην Ευρωζώνη, το μέγεθός τους ήταν ήδη το χαμηλότερο μεταξύ των 15 τότε κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μόλις 25% του ΑΕΠ. Ενώ το 2009 είχε περιοριστεί περαιτέρω, στο 20,5% του ΑΕΠ. Εστιάζοντας, μάλιστα, στα διεθνώς εμπορεύσιμα με τη σημαντικότερη συμβολή στην ενδογενή ανάπτυξη, διαπίστωσε ότι αυτά αντιπροσώπευαν το 16% του ΑΕΠ το 2000 και μόλις το 11,5% το 2009. «Όλες οι υπόλοιπες ευρωπαϊκές οικονομίες ανάλογου μεγέθους με τη δική μας παρουσιάζουν πολύ υψηλότερα ποσοστά τέτοιων αγαθών και υπηρεσιών στο δικό τους ΑΕΠ» υπογράμμισε. Προσθέτοντας ότι «εάν κανείς εστιάσει σε ποιοτικά κριτήρια, όπως το είδος της χρησιμοποιούμενης τεχνολογίας και την προστιθέμενη αξία των προϊόντων, τότε, σύμφωνα με διεθνείς πίνακες, η Ελλάδα –της “ανάπτυξης” και “σύγκλισης”– βρισκόταν την περίοδο 2001-2007 στην ίδια “παρέα”, ανταγωνιζόταν στο “ίδιο καλάθι” προϊόντων, με τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία, παρά με τους ευρωπαίους εταίρους της».

Καταστροφή με δύο τρόπους

Όπως είπε, «η χιμαιρική και ψηφοθηρική επιδίωξη της μεγέθυνσης του ΑΕΠ μέσα από την ανεξέλεγκτη τόνωση της ενεργού ζήτησης, που τροφοδοτείτο με δανεικά, κατέστρεψε την οικονομία με δύο τρόπους», τους οποίους προσδιόρισε ως εξής: «πρώτον, έπληξε τη δημοσιονομική ευστάθεια της οικονομίας και, δεύτερον, χτύπησε βάναυσα την ανταγωνιστικότητά της».

Λαφυραγώγηση του κράτους

«Η κακοδαιμονία της νεοελληνικής κοινωνίας, σε όλη τη μεταπολεμική περίοδο, που δεν της επέτρεψε να εξελιχτεί ομαλά προς μία κατάσταση ευταξίας και ευνομίας ενός φυσιολογικού κράτους, μορφοποιείται και εκδηλώνεται κυρίως με ένα φαινόμενο: την ύπαρξη του πελατειακού κράτους» ισχυρίστηκε ο κύριος Γάτσιος. «Αυτό είναι πολύ σοβαρό θέμα για πολλούς λόγους. Γιατί δημιούργησε, κατ’ αρχάς, προβλήματα διάρθρωσης στη δομή της οικονομίας. Αλλά δεν είναι μόνο αυτό. Ήταν και πηγή, αιτία ιδεολογικής ευτέλειας, θεσμικών αναταράξεων, κοινωνικής ανισότητας, οικονομικής αστάθειας και καχεξίας» σχολίασε. «Αυτό που εγώ ονομάζω “λαφυραγώγηση του κράτους”. Δηλαδή, η χρησιμοποίηση από κάθε κυβέρνηση κάθε μέσου που έχει στη διάθεσή του ο κάτοχος του κράτους για να εξυπηρετήσει συμφέροντα της πελατείας» προσέθεσε.

Εθνικός θεσμός

«Στην Ελλάδα, το πελατειακό κράτος και η πολιτική πρόσοδος στη διαχείρισή του έχουν καταστεί εθνικός θεσμός» ανέφερε χαρακτηριστικά. «Θεωρείται απολύτως φυσιολογικό. Ότι έτσι έχουν τα πράγματα» διαπίστωσε με απογοήτευση, εκτιμώντας ότι «η σημερινή κρίση δεν είναι τίποτα άλλο παρά η σχεδόν νομοτελειακή συνέπεια, το αποτέλεσμα των εξαλλοτήτων του πελατειακού κράτους, οι οποίες», όπως υποστήριξε, «οξύνθηκαν μετά τη Μεταπολίτευση και έφτασαν σε σημείο παροξυσμού την περίοδο 2005-2009, όπου εκτροχιάστηκε πλήρως η χώρα».

Το κλειδί της λύσης

Σύμφωνα με τον διακεκριμένο καθηγητή, «είναι αστείο να ισχυρίζεται κάποιος ότι η σπειροειδής καταβύθιση της ελληνικής οικονομίας επί 7 συναπτά έτη οφείλεται στο χρέος». Καθώς «οι πληρωμές που κάνουμε για την εξυπηρέτησή του μέχρι το 2022 κοστίζουν 3-4% του ΑΕΠ μας, επειδή τα επιτόκια όπου μας έχουν δώσει οι –κατά τ’ άλλα “τοκογλύφοι”– εταίροι μας είναι πολύ χαμηλότερα των επιτοκίων που πληρώνουν οι ίδιοι για να δανείζονται». «Η κουβέντα για το χρέος μάς τραβάει την προσοχή από το κύριο, που είναι τι πρέπει να κάνουμε για τη χώρα μας» ήταν η εκτίμησή του. «Το κλειδί της λύσης δεν το κρατάει η κυρία Μέρκελ, ούτε η κυρία Λαγκάρντ – το κρατάμε εμείς! Αρκεί να ξέρουμε πού θέλουμε να πάμε και πώς» υπογράμμισε, ισχυριζόμενος ότι «η λύση δεν έχει να κάνει με την τόνωση της ενεργού ζήτησης», την οποία «είχαμε για δέκα χρόνια, με δανεικά».

ΑΝΕΡΓΙΑ & ΑΕΠ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
Σύγκριση των ετών 2001 και 2013

ΑΕΠ (σε σταθερές τιμές 2005)
Πλήθος ανέργων
2001
160 δισ. ευρώ
300 χιλιάδες
2013
160 δισ. ευρώ
1,3 εκατομμύρια

Συγκρίνοντας το ΑΕΠ της χώρας μας και τον αριθμό των ανέργων μεταξύ των ετών 2001 και 2013, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το ένα εκατομμύριο επιπλέον ανέργων του 2013 «δεν οφείλεται σε κάποια ασθενή ενεργό ζήτηση», δεδομένου ότι αυτή παρέμεινε σταθερή (160 δισεκατομμύρια ευρώ). «Οφείλεται», όπως είπε, «στο σοβαρό διαρθρωτικό πρόβλημα του παραγωγικού μας συστήματος, που ήρθε στην επιφάνεια με οδυνηρό τρόπο, όταν έπαψε να υφίσταται το πέπλο που δημιουργούσε η πλημμύρα των δανείων και η συναφής υπερκατανάλωση». «Η οικονομική πηγή της κρίσης βρίσκεται στην υπερσυσσώρευση παραγωγικών πόρων σε προστατευμένους κλάδους της οικονομίας που χαρακτηρίζονται από χαμηλή παραγωγικότητα και των οποίων η ανάπτυξη οφείλει να έπεται και όχι να προηγείται των κλάδων εκείνων που έχουν υψηλή παραγωγικότητα» τόνισε ο κύριος Γάτσιος. «Δεν μπορείς να έχεις ανάπτυξη, όταν ανακυκλώνεις εισόδημα μεταξύ καφετεριών, σουβλατζίδικων, ταβερνών, καταστημάτων που πουλάνε προϊόντα που εισάγονται από το εξωτερικό» ανέφερε επί λέξει, προβλέποντας μάλιστα ότι, αν σ’ αυτήν την οικονομία έπεφτε χρήμα από τον ουρανό, οι θέσεις εργασίας που θα δημιουργούσε αυτό το χρήμα δεν θα ήταν στην Ελλάδα αλλά στο εξωτερικό, γιατί όλο αυτό το χρήμα θα πήγαινε σε εισαγωγές («πολύ απλά, γιατί δεν υπάρχει παραγωγή στην Ελλάδα!»). Εκτίμησε, δε, ότι «αυτού του τύπου η λεγόμενη επεκτατική πολιτική δεν θα άφηνε λίθο επί λίθου στη χώρα και θα βάθυνε την εξάρτηση της χώρας από ξένη βοήθεια». Και ότι «όσοι προτάσσουν μια τέτοια πολιτική, κατ’ ουσίαν αγωνίζονται για τη διατήρηση και ενδυνάμωση του παρασιτισμού, για τη διαιώνιση των συνθηκών που αναιρούν την εθνική ανεξαρτησία και αξιοπρέπεια, δουλεύοντας στην ουσία για νέα Μνημόνια». «Το πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας δεν είναι πρόβλημα ζήτησης αλλά προσφοράς» ξεκαθάρισε.

Σε ερώτηση της Οικονομικής για το αν συμφωνεί έστω ότι η απότομη μείωση της ζήτησης στην ελληνική οικονομία στα μνημονιακά χρόνια βάθυνε υπέρμετρα την ύφεση, απάντησε: «Ουδόλως! Αυτό είναι ένα από τους μεγαλύτερους φενακισμούς που υπάρχουν στη χώρα. Αυτήν τη στιγμή το ΑΕΠ της χώρας είναι πιο κοντά στις παραγωγικές της δυνατότητες απ’ ό,τι ήταν το 2009. Τα 240 δισεκατομμύρια ευρώ του 2009 ήταν μια φούσκα που έσκασε. Δυο λεπτά ποδαράκια με έναν… κοιλαρά από πάνω! Τροφοδοτείτο αυτό από δανεισμό. Ο Κέυνς πρέπει να διαρρηγνύει τα ιμάτιά του με αυτά που ακούγονται στην Ελλάδα. Όταν μιλούσε για τόνωση της ενεργού ζήτησης, έλεγε πώς θα βγούμε από την ύφεση του 1929. Αλλά τότε οι προϋποθέσεις ήταν διαφορετικές. Πρώτον, το πρόβλημα τότε δεν ήταν ότι δεν υπήρχε παραγωγή, αλλά ότι δεν υπήρχε ζήτηση για τα προϊόντα που είχαν σε αποθέματα οι επιχειρήσεις. Και, δεύτερον, το σύστημα που είχε στο μυαλό του τότε ο Κέυνς ήταν ένα κλειστό σύστημα. Η Αγγλία την εποχή του 1930 ήταν ακόμα μια μεγάλη αυτοκρατορία. Επομένως, ήταν μια μεγάλη κλειστή οικονομία. Το χρήμα που κοβόταν δημιουργούσε μια ζήτηση, αλλά υπήρχε παραγωγή». «Εδώ που είναι η παραγωγή για να ικανοποιήσει τη ζήτηση;» αναρωτήθηκε, χωρίς να μπορούμε πράγματι να δώσουμε πειστική απάντηση…

«Παραγωγή ή θάνατος»

Σύμφωνα με τον τέως πρύτανη του Οικονομικού Πανεπιστημίου, τρία πράγματα συνιστούν το όχημα για να βγούμε από την κρίση: η στροφή στην παραγωγή («Εάν το εθνικό μας μότο στο παρελθόν ήταν “ελευθερία ή θάνατος”, το εθνικό μότο της επόμενης δεκαετίας πρέπει να είναι “παραγωγή ή θάνατος”» ανέφερε χαρακτηριστικά), ο δίκαιος καταμερισμός των βαρών και η κοινωνική αλληλεγγύη, η στήριξη δηλαδή των τμημάτων του πληθυσμού που πλήττονται περισσότερο από την κρίση. Αξίζει να σημειωθεί ότι την ομιλία του κυρίου Γάτσιου παρακολούθησε μεταξύ άλλων γνωστών καθηγητών και ο τέως διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιώργος Προβόπουλος, ενώ, λόγω του μεγάλου ενδιαφέροντος για ερωτήσεις από το ακροατήριο, ολοκληρώθηκε στις 10 το βράδυ, παρά το ότι ήταν προγραμματισμένη να λήξει μία ώρα νωρίτερα.



Το υψηλό επίπεδο εκπαίδευσης των ιδρυτών, ο διεθνής προσανατολισμός τους (με τους περισσότερους να έχουν σπουδάσει ή ζήσει στο εξωτερικό), το όραμα και το πάθος τους να αξιοποιήσουν οικονομικές ευκαιρίες και η καινοτομία των ιδεών τους είναι τα κοινά χαρακτηριστικά των νέων, πετυχημένων ελλήνων επιχειρηματιών, που σε ορισμένες περιπτώσεις πράγματι έχουν κατορθώσει να δημιουργήσουν νέες αγορές, υπογράμμισαν η Ιωάννα Πεπελάση και η Αιμιλία Πρωτογέρου στην ομιλία τους: «Ρωγμή με το Παρελθόν; Από την Εσωστρεφή, στην Καινοτομική και Εξωστρεφή Επιχειρηματικότητα κατά τη Διάρκεια της Κρίσης στην Ελλάδα». Στο πρώτο μέρος της ομιλίας τους εστίασαν στο μοντέλο της εγχώριας επιχειρηματικότητας πριν από την κρίση.

Αλλαγή νοοτροπίας

Στη συνέχεια, αναφέρθηκαν στις νέες, ευνοϊκότερες συνθήκες μετά την κρίση, που έχουν συμβάλει στη δημιουργία ενός μικρού αλλά γρήγορα αναπτυσσόμενου νέου εξωστρεφούς επιχειρηματικού οικοσυστήματος. Μεταξύ αυτών, η νεότερη γενιά Ελλήνων με διεθνή προσανατολισμό και η αλλαγή νοοτροπίας ως προς το επιχειρείν και την αξιοποίηση της γνώσης, που καταγράφουν οι έρευνες. Οι διακεκριμένες ομιλήτριες εστίασαν περισσότερο στις νέες, ελπιδοφόρες μονάδες που γεννήθηκαν στην ελληνική βιομηχανία. Συγκεκριμένα, η  καθηγήτρια Οικονομικής Ιστορίας του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών και η ερευνήτρια στο Εργαστήριο Βιομηχανικής & Ενεργειακής Οικονομίας στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο παρουσίασαν 23 διαφορετικές ιστορίες επιτυχημένων ελληνικών επιχειρήσεων (11 πριν το 2008 και 12 μετά), από την έρευνά τους, που βασίσθηκε σε ερωτηματολόγια και προσωπικές συνεντεύξεις από τους επιχειρηματίες, με παράλληλη καταγραφή των αποδόσεων των εταιρειών τους. Στην οποία, βέβαια, δεν εντοπίστηκε το στοιχείο εκείνο που μπορεί να εγγυηθεί τη συνέχιση της επέκτασης του νέου οικοσυστήματος και την ανατροπή της γενικότερης συρρίκνωσης της ελληνικής βιομηχανίας. 


Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Οικονομική Επιθεώρηση» τον Ιούνιο του 2016:














Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου