Σεμινάριο Jean Monnet 2016 (α΄ μέρος)




Η «Οικονομική Επιθεώρηση» δίνει και φέτος το “παρών” στο σεμινάριο του προγράμματος Jean Monnet, δημοσιεύοντας αποκλειστικά για τους αναγνώστες της τις πιο ενδιαφέρουσες αποστροφές των διακεκριμένων ομιλητών του. 

Το σεμινάριο πραγματοποιείται για 20η συνεχή χρονιά, υπό την αιγίδα του Γιώργου Δημόπουλου, καθηγητή της Ευρωπαϊκής Έδρας Jean Monnet και ομότιμου καθηγητή του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών. «Η Ελληνική και Ευρωπαϊκή Κρίση: Ανάπτυξη, Απασχόληση, Ασφαλιστικό, Προσφυγικό» είναι ο τίτλος των διαλέξεων του 2016.




«Αποκλίνουσα» χαρακτήρισε ο Ευάγγελος Βασιλάτος τη συμπεριφορά του ΑΕΠ στην Ελλάδα τα τελευταία 40 χρόνια, στην ομιλία του: «Ανάπτυξη και (Κάποια) Χαρακτηριστικά των Αγορών Εργασίας και Προϊόντος στην Ελλάδα», παρουσιάζοντας ένα διαφωτιστικό διάγραμμα με την πορεία του πραγματικού κατά κεφαλήν ΑΕΠ στη χώρα μας την περίοδο 1970 – 2014 και την αντίστοιχη κατά μέσο όρο σε 21 άλλες χώρες του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας & Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ). 




Σχολιάζοντας την… «απίστευτη βουτιά» του ελληνικού ΑΕΠ τα τελευταία 5-6 χρόνια, υπογράμμισε ότι ο τρόπος με τον οποίο η κρίση χτύπησε τη χώρα μας δεν είχε καμία σχέση με τον τρόπο με τον οποίο χτύπησε τις άλλες χώρες. «Είναι βαθιά, είναι παρατεταμένη και ένας θεός ξέρει πως θα μπορέσουμε να ξεφύγουμε» ανέφερε χαρακτηριστικά, διευκρινίζοντας όμως ότι η πρόσφατη «βουτιά» ήταν απλώς το «σύμπτωμα μιας αρρώστιας». Αναλύοντας τα προηγούμενα χρόνια, εστίασε στη δεκαπενταετή περίοδο 1980-1996, η οποία –σύμφωνα με μια θεωρία που έχει διατυπώσει ο νομπελίστας οικονομολόγος Edward Prescott– θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως μια περίοδος «βαθιάς ύφεσης» (great depression). Όπως φαίνεται και από το διάγραμμα, «μια κάποια σύγκλιση» με τις άλλες χώρες του ΟΟΣΑ είχε σημειωθεί μόνο στο διάστημα 2000-2006, μια περίοδος όμως «με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά», όπως η τέλεση των Ολυμπιακών Αγώνων στην Αθήνα το 2004. 

«Το πολιτικοοικονομικό σύστημα της χώρας από τη μεταπολίτευση» είναι ο «βασικός υπαίτιος της χαμηλής πτήσης της ελληνικής οικονομίας» υποστήριξε ο καθηγητής του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών. «Ένας ιδιότυπος καπιταλισμός» αναπτύχθηκε στην Ελλάδα, όπως εξήγησε. «Στην αρχή» μπορεί να «λειτούργησε θετικά», αλλά «από ένα σημείο και πέρα είχαμε αυτό που λέμε “αποτυχίες οικονομικής πολιτικής” (policy failures)», από τον «συγκεκριμένο τρόπο οργάνωσης του πολιτικοοικονομικού συστήματος». «Ελίτ οικονομικών παραγόντων» συγκέντρωσαν οικονομική και πολιτική δύναμη. Σε αυτές τις «ελίτ», ο Ευάγγελος Βασιλάτος ενέταξε κατά βάση δύο ομάδες: τους εργαζόμενους στις ΔΕΚΟ (Δημόσιες Επιχειρήσεις και Οργανισμούς) και τον ευρύτερο δημόσιο τομέα, και τους ελεύθερους επαγγελματίες συγκεκριμένων κλάδων. Διακρίνοντας τις αγορές σε αυτές που μπορούν να λειτουργήσουν χωρίς καθόλου ανταγωνισμό και σε αυτές που από τη φύση τους είναι ανταγωνιστικές, περιέγραψε τους μηχανισμούς μέσω των οποίων οι ομάδες αυτές επηρέασαν αρνητικά την οικονομική δραστηριότητα. Στις πρώτες, «πανίσχυρα συνδικάτα στις ΔΕΚΟ, λειτουργώντας ως ανεμπόδιστα μονοπώλια, κατάφεραν να αποκομίζουν υψηλότατες αμοιβές». Στις δεύτερες, «ισχυρές επαγγελματικές ενώσεις ελεύθερων επαγγελματιών συγκεκριμένων κλάδων (γιατρών, συμβολαιογράφων, μηχανικών, δικηγόρων, φαρμακοποιών)» κατάφεραν να διασφαλίσουν «ελάχιστες αμοιβές» ή να επιτύχουν «προνομιακή φορολογική μεταχείριση»

Η υπερφορολόγηση όσων δεν ανήκουν στην ελίτ, ο ανεξέλεγκτος δανεισμός του Δημοσίου και η μείωση της παραγωγικότητας, ως συνέπεια της αύξησης του κόστους παραγωγής στο σύνολο της οικονομίας, ήταν το αποτέλεσμα όλων αυτών, σύμφωνα με τον ομιλητή. 

«Η εκάστοτε κυβέρνηση και αξιωματική αντιπολίτευση επηρεάζονταν και εξακολουθούν να επηρεάζονται απ’ αυτά τα συνδικάτα και από αυτές τις επαγγελματικές ενώσεις, στελέχη των οποίων απαρτίζουν σε σημαντικό βαθμό τους κομματικούς μηχανισμούς» δεν παρέλειψε να αναφέρει ο κύριος Βασιλάτος. «Μέσα απ’ αυτήν την επιρροή, συνεργάστηκαν στη διακυβέρνηση της χώρας, με πρώτο μέλημα την εξυπηρέτηση των συμφερόντων τους» συμπλήρωσε. 

Προς επίρρωση των ισχυρισμών του, παρουσίασε μεταξύ άλλων δύο ιδιαίτερα αποκαλυπτικούς δείκτες για την περίοδο 1970-2010, από τη βάση δεδομένων του ΟΟΣΑ: 
(α) Τον λόγο του μέσου μισθού στον δημόσιο τομέα προς εκείνον στον ιδιωτικό. 
(β) Τον λόγο του μέσου τελικού φορολογικού συντελεστή των αυτοαπασχολουμένων προς εκείνον των μισθωτών. 




Στον πρώτο λόγο, η χώρα μας είναι πρώτη με διαφορά. Στην Ελλάδα, ο μέσος μισθός στον δημόσιο τομέα είναι δύο φορές σχεδόν μεγαλύτερος από τον μέσο μισθό στον ιδιωτικό. Ο καθηγητής του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών υπογράμμισε ότι το ιδανικό για τη σύγκριση θα ήταν να είχαμε στη διάθεσή μας στοιχεία για τον μέσο μισθό στις ελληνικές ΔΕΚΟ και όχι γενικά στον ελληνικό δημόσιο τομέα. «Υπάρχει πεδίο δόξης λαμπρό για όποιον θα κάνει μελέτη που θα αποκρυπτογραφήσει τα στοιχεία των ΔΕΚΟ στην Ελλάδα. Η ύπαρξη τέτοιων στοιχείων αγνοείται. Υπάρχουν φήμες ότι υπάρχουν. Δεν τα έχει δει κανείς ή τα βλέπει αποσπασματικά» είπε χαρακτηριστικά στο ακροατήριο, παραθέτοντας στοιχεία που ήταν διαθέσιμα μόνο για τη Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού (ΔΕΗ) και μόνο για τη διετία 2008-2009. Σύμφωνα με τα στοιχεία αυτά, ο μέσος μισθός στη ΔΕΗ ήταν περίπου 2 φορές μεγαλύτερος από εκείνον στον δημόσιο τομέα. Ακόμα και σε σύγκριση με την αντίστοιχη εταιρεία ηλεκτρισμού της Γερμανίας, οι ελληνικοί μισθοί ήταν προσαυξημένοι κατά 20%. 

Ο δεύτερος λόγος, μεταξύ των φορολογικών συντελεστών, είναι μικρότερος στην Ελλάδα, με τεράστια διαφορά συγκριτικά με τις άλλες χώρες. όπως φαίνεται και στο γράφημα. Στη χώρα μας, ο μέσος τελικός φορολογικός συντελεστής των αυτοαπασχολουμένων είναι περίπου μόλις το 30% εκείνου των μισθωτών. 

«Τα τελευταία 5-6 χρόνια είδαμε φόρους, είδαμε κάποιες μειώσεις δαπανών» ανέφερε ολοκληρώνοντας ο κύριος Βασιλάτος. «Ελάχιστες» και «περιστασιακές», όμως, ήταν οι πολιτικές που προσπάθησαν να επέμβουν στη λειτουργία του πολιτικοοικονομικού συστήματος. «Δυστυχώς μοιάζει να απουσιάζει η πολιτική βούληση για τέτοιες μεταρρυθμίσεις» διαπίστωσε με απαισιοδοξία. «Αν ρωτήσεις τον μέσο έλληνα “τι σημαίνει μεταρρύθμιση”, θα σου πει “φόροι και μείωση μισθών και συντάξεων”. Μα δεν είναι αυτό μεταρρύθμιση! Μεταρρύθμιση είναι να επεμβαίνεις στον τρόπο με τον οποίον λειτουργούν οι αγορές και το πολιτικό σύστημα» κατέληξε. 

Σε ερώτηση της Οικονομικής Επιθεώρησης αν το πλήθος των υπαλλήλων στις ΔΕΚΟ είναι τόσο μεγάλο, ώστε να μπορεί να προκαλεί τέτοιου μεγέθους προβλήματα στη λειτουργία της ελληνικής οικονομίας, η απάντηση του ομιλητή ήταν άμεση και κατηγορηματική: «Η απάντηση είναι ναι. Το μισθολογικό τους κόστος είναι μεγάλο και επιμερίζεται στον κρατικό προϋπολογισμό. Δεν είναι καθόλου λίγοι! Και τα προνόμιά τους είναι πάρα πολλά». Σε συμπληρωματική ερώτηση αν αυτά τα προνόμια μειώθηκαν σημαντικά μετά το ξέσπασμα της κρίσης, η απάντησή του ήταν «όχι, σε σχέση με τον τρόπο με τον οποίο μειώθηκαν οι απολαβές όλων των άλλων κλάδων…» 

Αξίζει να σημειωθεί ότι η ομιλία του Ευάγγελου Βασιλάτου βασίστηκε σε ένα εν εξελίξει ερευνητικό πρόγραμμα στο οποίο συμμετέχουν επίσης οι καθηγητές Τρύφων Κολλίντζας, Ευθύμιος Τσιώνας και Δημήτρης Παπαγεωργίου




«Η κρίση της ευρωζώνης δεν ήταν κρίση δημοσίου χρέους, ήταν μία κλασική κρίση εξωτερικού χρέους» υποστήριξε ο Γιώργος Αλογοσκούφης στην ομιλία του: «Τα Οικονομικά της Ευρωζώνης: Συμπεράσματα από την Κρίση και Προτάσεις Μεταρρύθμισης». «Το υψηλό εξωτερικό χρέος», άλλωστε, «είναι η βασική γενεσιουργός αιτία όλων των διεθνών χρηματοοικονομικών κρίσεων». Δεν παρέλειψε, όμως, να προσθέσει κι άλλους λόγους που συνετέλεσαν στην ευρωπαϊκή κρίση, όπως την απουσία δανειστή ύστατης προσφυγής για τα ευρωπαϊκά κράτη και τις ευρωπαϊκές τράπεζες, την υπερβολική έκθεση στον τραπεζικό δανεισμό και το μεγάλο μέγεθος του τραπεζικού τομέα αρκετών ευρωπαϊκών χωρών σε σχέση με το ΑΕΠ τους, την κρίση εμπιστοσύνης στο ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα και στη βιωσιμότητα του δημοσίου χρέους των χωρών της περιφέρειας, και, τέλος, τις ακαμψίες στις αγορές εργασίας και αγαθών και υπηρεσιών. 

Η πτώση των ονομαστικών και πραγματικών επιτοκίων μετά το 1995 και η σύγκλιση των επιτοκίων των χωρών της περιφέρειας με αυτά των χωρών του κέντρου αποτέλεσε τη βάση για την υπερχρέωση των χωρών της περιφέρειας της ευρωζώνης, σύμφωνα με τον καθηγητή του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών. Το πρόβλημα δημιουργήθηκε καθώς ένα μεγάλο μέρος των επενδύσεων στην περιφέρεια κατευθύνθηκε προς μη διεθνώς εμπορεύσιμους τομείς, όπως οι δημόσιες επενδύσεις και οι κατοικίες. Όπως εξήγησε, ήταν μοιραίο η συνεχής αύξηση του εξωτερικού χρέους να μην είναι βιώσιμη, δεδομένου ότι δεν μεταφραζόταν σε διεύρυνση των εξαγωγικών δυνατοτήτων των χωρών που συσσώρευαν το χρέος. «Ακόμη χειρότερα, οι ροές κεφαλαίων συνέβαλαν σε φούσκες των τιμών των κατοικιών που κάποια στιγμή αναπόφευκτα θα έσπαγαν» προσέθεσε ο πρώην υπουργός. Οι ίδιες ροές ήταν που συνετέλεσαν στην αύξηση των μισθών και του κόστους, με συνέπεια τη διαχρονική απώλεια ανταγωνιστικότητας στην περιφέρεια. Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, ότι και τα τέσσερα κράτη που τελικά υπέγραψαν Μνημόνια είχαν πληθωρισμό πάνω από το μέσο όρο της ευρωζώνης. 

Ο Γιώργος Αλογοσκούφης παρέθεσε αναλυτικά στοιχεία που περιέγραφαν πώς δημιουργήθηκαν διαχρονικά οι ανισορροπίες στον εξωτερικό, δημόσιο και χρηματοοικονομικό τομέα των χωρών του ενιαίου νομίσματος. 




«Αχίλλειο πτέρνα της ευρωζώνης» χαρακτήρισε τη συσσώρευση μεγάλων ελλειμμάτων στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, ιδιαίτερα της Ελλάδας, της Πορτογαλίας και της Ισπανίας (βλέπε διάγραμμα). 




Για τον χρηματοοικονομικό τομέα, παρατήρησε ότι πολλές ευρωπαϊκές τράπεζες μέχρι το 2007 δεν ήταν μόνο «πολύ μεγάλες για να αποτύχουν», αλλά και… «πολύ μεγάλες για να σωθούν». Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα οι ιρλανδικές, που διέθεταν περιουσιακά στοιχεία… 7 φορές το ιρλανδικό ΑΕΠ! 

«Εκ των υστέρων, προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι οι ανισορροπίες αυτές πέρασαν ουσιαστικά απαρατήρητες» ομολόγησε ο αναγνωρισμένος καθηγητής, παρομοιάζοντας την αφασία των ευρωπαϊκών αρχών με «τη μη συνειδητοποίηση από τις αρχές των ΗΠΑ της τοξικότητας των διογκούμενων subprime στεγαστικών δανείων»

«Η ανακοίνωση της εξέλιξης του δημοσιονομικού ελλείμματος της Ελλάδας το 2009» ήταν η αφορμή για την κρίση της Ευρωζώνης, σύμφωνα με τον πρώην υπουργό Οικονομικών, ο οποίος υποστήριξε ότι «αυτή η ανακοίνωση έθεσε σε κίνηση ένα σπιράλ αυξήσεων των επιτοκίων, ημιτελών προσπαθειών δημοσιονομικής εξισορρόπησης εκ μέρους της Ελλάδας, υποβάθμισης της πιστοληπτικής αξιολόγησής της, περαιτέρω αυξήσεων των επιτοκίων, με αποκορύφωμα το ελληνικό πρόγραμμα διάσωσης». Για το τελευταίο, εκτίμησε ότι «δεν λειτούργησε» και ότι «αποδείχθηκε ανεπαρκές», υπογραμμίζοντας μεταξύ άλλων τον «βεβιασμένο και πολιτικά φορτισμένο σχεδιασμό» του. 

Σε ερώτηση της Οικονομικής Επιθεώρησης για το αν ήταν σωστή η δημοσιονομική απογραφή του 2004, κατά τη διάρκεια της δικής του θητείας στο Υπουργείο Οικονομικών, κι αν έπληξε εξίσου την εμπιστοσύνη του επενδυτικού κοινού, ο κύριος Αλογοσκούφης απάντησε ότι ήταν «απόλυτα σωστή», ισχυριζόμενος ότι «ο χειρισμός ήταν τελείως διαφορετικός από το 2009»

Ιδιαίτερη έμφαση έδωσε στη δήλωση που έκανε ο διοικητής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), Μάριο Ντράγκι, τον Ιούλιο του 2012, ότι θα κάνει ό,τι χρειαστεί. Ήταν «μια δυναμική παρέμβαση», που «καθησύχασε τις αγορές, αλλάζοντας τις προσδοκίες», καθώς έπειθε τους επενδυτές για την ύπαρξη ενός δανειστή ύστατης προσφυγής. 

Η ολοκλήρωση της τραπεζικής ένωσης, η ενίσχυση του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (σε κεφάλαια και ευελιξία και ταχύτητα των αποφάσεών του), η συμπλήρωση του προγράμματος επαναγοράς κρατικών ομολόγων της ΕΚΤ με άλλες παρόμοιες πρωτοβουλίες, η βελτίωση του συντονισμού της δημοσιονομικής πολιτικής σε ομοσπονδιακό και η διασφάλιση της δημοσιονομικής πειθαρχίας σε εθνικό επίπεδο ήταν μεταξύ άλλων οι προτάσεις που διετύπωσε για τη λειτουργία της Ευρωζώνης ο Γιώργος Αλογοσκούφης στο τέλος της ομιλίας του.


Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Οικονομική Επιθεώρηση» τον Απρίλιο του 2016:
http://www.economia.gr/el/market/publication/552





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου